HEAL DSpace

Αξιολόγηση εκπαιδευτικών αναγκών και δημιουργία πρότυπου εκπαιδευτικού υλικού για κτηνοτρόφους. Περιπτωσιακή μελέτη: προβατοτρόφοι της Ηπείρου

DSpace/Manakin Repository

Show simple item record

dc.contributor.advisor Κομινάκης, Αντώνιος el
dc.contributor.author Μπέλλος, Γεώργιος Κ. el
dc.date.issued 2015-09-15
dc.identifier.uri http://hdl.handle.net/10329/6006
dc.description.abstract Η προβατοτροφία συνιστά για τη χώρα μας αναπόσπαστη δραστηριότητα του πρωτογενούς τομέα με μείζονα συνεισφορά στην οικονομία της και ειδικότερα των μειονεκτικών περιοχών της. Λόγω της μοναδικότητας και της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων, ο κλάδος παρουσιάζει σημαντική δυναμική ακόμα και υπό καθεστώς ανταγωνισμού και περιορισμών όπως αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για το λόγο αυτό, ο κλάδος της προβατοτροφίας ελκύει πολλούς νέους, οι οποίοι λόγω της οικονομικής κρίσης αναζητούν εναλλακτικές επιχειρηματικές λύσεις. Όπως και άλλοι παραγωγικοί κλάδοι, η σύγχρονη προβατοτροφία οφείλει να επιτυγχάνει μέγιστη οικονομικότητα αξιοποιώντας τη διαθέσιμη γνώση, πληροφόρηση και τεχνολογία. Παρά τη σημασία του κλάδου για την ελληνική οικονομία, φαίνεται ότι η ροή των γνώσεων και η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών υστερεί σημαντικά στην εφαρμογή των πρακτικών που θα βελτίωναν την αποδοτικότητα της προβατοτροφίας. Ως εκ τούτου οι ανάγκες κατάρτισης των ασχολουμένων στον κλάδο παρουσιάζονται πιο μεγάλες σήμερα. Η παρούσα διδακτορική διατριβή είχε ως αφετηρία την παραπάνω διαπίστωση. Σκοπός της ήταν: α) η αποτίμηση των εκπαιδευτικών αναγκών των προβατοτρόφων μιας ιδιαίτερης περιοχής όπως αυτή της Ηπείρου, β) η δημιουργία εκπαιδευτικού υλικού με βάση τις εκπαιδευτικές τους ανάγκες και γ) η σύγκριση της μαθησιακής αποτελεσματικότητας δύο διδακτικών στρατηγικών, οι οποίες βασίζονται σε Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.) σε περιβάλλον αίθουσας διδασκαλίας. Η μία στρατηγική βασίστηκε στην «κλασική» ψηφιακή πολυμεσική παρουσίαση (ΨΠΠ) η οποία συνιστά το πλέον διαδεδομένο εργαλείο κατάρτισης και η δεύτερη σε μία σύγχρονη στρατηγική η οποία ενισχύει την εποικοδομητική και νοηματική μάθηση, τους εννοιολογικούς χάρτες (ΕΧ). Οι ΕΧ αποτελούν το προϊόν της διαδικασίας αναπαράστασης και οπτικοποίησης εννοιών και των μεταξύ τους σχέσεων και έχουν τη μορφή διαγράμματος στο οποίο παρουσιάζονται με σαφήνεια και λιτότητα οι έννοιες και οι μεταξύ τους σχέσεις. Η διδακτορική διατριβή δομείται από δύο μέρη. Κατά το πρώτο μέρος της διατριβής, συγκεντρώθηκαν δεδομένα, μέσω προσωπικής δομημένης συνέντευξης και χρήσης ερωτηματολογίου από 65 προβατοτρόφους κατά το διάστημα Μάιος 2009 έως Οκτώβριος 2010. Οι προβατοτρόφοι έφεραν εμπειρία συνεργασίας με γεωτεχνικούς και στην πλειονότητά τους συμμετείχαν σε προγράμματα ελέγχου αποδόσεων και γενεαλογίας στην περιοχή της Ηπείρου. Tα δεδομένα που συλλέχθηκαν αφορούσαν στην καταγραφή των εμπειριών τους σχετικά με τις προτεινόμενες μορφές ενημέρωσης, την παρακολούθηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων καθώς και τις απόψεις τους περί των ποιοτικών χαρακτηριστικών που θα πρέπει να περιλαμβάνουν μελλοντικές εκπαιδευτικές δράσεις (πχ: θεματολογία, οργάνωση, συμμετοχή, συχνότητα, δομή κλπ). Επίσης έγινε καταγραφή του βαθμού εξοικείωσης και της δυνατότητας αξιοποίησης στην προβατοτροφική εκμετάλλευση διαφόρων τεχνολογιών και ειδικότερα των Η/Υ καθώς και ορισμένων ενδεικτικών γνώσεων και στάσεών τους σε επί μέρους θεματικά αντικείμενα (γενετική, αναπαραγωγή, έλεγχος αποδόσεων, διατροφή, διαχείριση, υγιεινή και διάφορα θέματα ζωοτεχνίας) σχετιζόμενα με το επάγγελμά τους. Η επεξεργασία των στοιχείων του πρώτου μέρους της έρευνας έγινε με μεθόδους περιγραφικής στατιστικής και του κριτηρίου χ2. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι προβατοτρόφοι προτιμούν η ενημέρωση για θέματα σχετικά με το επάγγελμά τους να λαμβάνει χώρα από μη επίσημες πηγές ενημέρωσης (συζητήσεις με άλλους παραγωγούς, τηλεοπτικές εκπομπές, γεωργικό τύπο) και ακολούθως διά μέσω των γεωργικών συνεταιρισμών και των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Ωστόσο, παρά τη σχετικά μικρή συμμετοχή των προβατοτρόφων σε προγράμματα εκπαίδευσης, όσοι κατά το παρελθόν συμμετείχαν σε αυτά, εξέφρασαν ιδιαίτερα θετική άποψη για το ενδιαφέρον των εκπαιδευτών και την ποιότητα της συνολικής διοργάνωσης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Επιπλέον φαίνεται ότι αξιοποίησαν σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό ορισμένες νέες πρακτικές που διδάχθηκαν εκεί. Υψηλό καταγράφηκε το ενδιαφέρον των προβατοτρόφων για συμμετοχή σε μελλοντικές εκπαιδευτικές δράσεις, ιδιαίτερα όταν αυτές παρέχονταν δωρεάν. Ως θέματα ύψιστης προτεραιότητας που θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε μελλοντικά εκπαιδευτικά προγράμματα που απευθύνονται σε προβατοτρόφους, ανεδείχθησαν θέματα γενετικής βελτίωσης, διατροφής, υγείας των ζώων, αναπαραγωγής και φυλών προβάτων. Τέλος, μέσα από μια σειρά ερωτήσεων που σκοπό είχαν την καταγραφή των γνώσεων και των στάσεων των παραγωγών σε βασικούς τομείς της παραγωγής, αναδείχθηκε η ύπαρξη ελλειμμάτων γνώσεων και εντοπίστηκαν λανθασμένες εφαρμοζόμενες πρακτικές σχεδόν σε όλα τα γνωστικά πεδία, σε μικρό ή/και σε μεγαλύτερο βαθμό. Παρά τη θετική στάση των παραγωγών αναφορικά με τη χρήση των τεχνολογιών στη διαχείριση της εκμετάλλευσης, ο βαθμός εξοικείωσής τους στη χρήση Η/Υ και γενικότερα Τ.Π.Ε. βρέθηκε μικρός. Στα πλαίσια του δεύτερου μέρους της διατριβής, δημιουργήθηκε κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό στο θεματικό αντικείμενο: «Επιλογή των ζώων αντικατάστασης σε προβατοτροφικές εκμεταλλεύσεις». Το αντικείμενο της εκπαίδευσης προέκυψε έπειτα από την αναλυτική καταγραφή τόσο των αισθητών όσο και των λανθανουσών εκπαιδευτικών αναγκών των προβατοτρόφων που συμμετείχαν στο πρώτο μέρος της έρευνας. Το εκπαιδευτικό υλικό περιελάμβανε κείμενο και παρουσιάσεις με τη χρήση δύο μέσων των Τ.Π.Ε. τα οποία κρίθηκαν ως τα πλέον κατάλληλα για το επίπεδο γνώσεων των παραγωγών και τη δυνατότητα ευρείας αξιοποίησής τους: της ΨΠΠ (αναπτύχθηκε με το λογισμικό Microsoft PowerPoint 2010) και του ΕΧ (λογισμικό CmapTools). Οι δύο τρόποι παρουσίασης εμπεριείχαν την ίδια ποσότητα και ποιότητα πολυμεσικών και μη πληροφοριών (κείμενο, εικόνες, βίντεο, συνδέσεις με δικτυακούς τόπους). Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν διδακτικές παρεμβάσεις με τη χρήση των δύο ανωτέρω εργαλείων εκπαίδευσης. Αυτές έλαβαν χώρα σε τρεις ομάδες προβατοτρόφων (σπουδαστές Γαλακτοκομικής Σχολής, νέοι αγρότες και εκτροφείς εγχώριων καθαρών φυλών) οι οποίοι συνέστησαν 15 τμήματα (συνολικά 187 ατόμων), σε 9 διαφορετικές πόλεις και κοινότητες της Δυτικής Ελλάδας κατά το διάστημα Οκτώβριος 2012 έως και Ιούλιος 2013. Ακολούθησε η εκτίμηση του επιπέδου γνώσεων των εκπαιδευομένων, με ποιοτική αξιολόγηση και χρήση της ταξινομίας SOLO (Structure of the Observed Learning Outcomes). Καταγράφηκε το επίπεδο γνώσεων των προβατοτρόφων, πριν και μετά από κάθε διδακτική παρέμβαση, μέσω ενός φυλλαδίου που περιελάμβανε πέντε ερωτήσεις σχετικές με το αντικείμενο της εκπαίδευσης. Οι ερωτήσεις ήταν συνδυασμός πολλαπλών επιλογών και ανοικτού τύπου, με διαβαθμισμένο βαθμό δυσκολίας. Κάθε απάντηση ταξινομήθηκε σε ένα από τα ακόλουθα πέντε ιεραρχικά γνωστικά επίπεδα, τα οποία περιγράφουν την οργάνωση της γνώσης των εκπαιδευομένων: 1) προδομικό, 2) μονοπαραγοντικό, 3) πολυπαραγοντικό, 4) συσχετιστικό και 5) εκτεταμένης θεώρησης. Ακολούθως διερευνήθηκε η αποτελεσματικότητα των συγκεκριμένων διδακτικών στρατηγικών στο μαθησιακό αποτέλεσμα. Με τη μέθοδο της βηματικής γραμμικής παλινδρόμησης, διαπιστώθηκε ότι οι παράγοντες «ομάδα εκπαιδευομένων» και «γραμματικές γνώσεις» επηρεάζουν το μαθησιακό αποτέλεσμα συνολικά. Για τους δύο αυτούς παράγοντες συν τη «στρατηγική διδασκαλίας», ακολούθησε στατιστική ανάλυση με πολλαπλές συγκρίσεις μεταξύ των μέσων όρων της (συνολικής και ανά ερώτηση) διαφοράς βαθμολογίας πριν και μετά την εκπαίδευση. Οι αναλύσεις έγιναν με το στατιστικό πακέτο SAS (2012). Τα αποτελέσματα της ανάλυσης έδειξαν ότι οι δύο στρατηγικές (ΨΠΠ και ΕΧ) παρουσίασαν παρόμοια μαθησιακή αποτελεσματικότητα τόσο συνολικά όσο και επί μέρους (ανά ερώτηση) καθώς η συμμετοχή των προβατοτρόφων στις παραπάνω εκπαιδευτικές διαδικασίες βελτίωσε το γνωστικό τους επίπεδο ανεξάρτητα από τη χρησιμοποιούμενη στρατηγική διδασκαλίας. Αναφορικά με τις επιδόσεις των τριών ομάδων των εκπαιδευομένων και το επίπεδο των γραμματικών γνώσεων, παρατηρήθηκε ότι (στατιστικά σημαντική) υψηλότερη ολική διαφορά βαθμολογίας παρουσίασαν: 1) οι σπουδαστές της Γαλακτοκομικής Σχολής έναντι των νέων αγροτών και των εκτροφέων καθαρών φυλών και 2) οι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε σχέση με τους αποφοίτους Δημοτικού. Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι η προηγούμενη συμμετοχή των προβατοτρόφων σε εκπαιδευτικές διαδικασίες αυξάνει τη δεκτικότητα και την εξοικείωσή τους με τη διαδικασία της εκπαίδευσης και τη μαθησιακή αποτελεσματικότητα. Δεδομένου ότι οι ΕΧ παρουσιάζουν πολυάριθμα θεωρητικά πλεονεκτήματα συμπεραίνεται ότι θα μπορούσαν να υιοθετηθούν από τους «δημιουργικούς» εκπαιδευτές ως μια εναλλακτική διδακτική στρατηγική, σε προγράμματα εκπαίδευσης προβατοτρόφων, εντασσόμενοι στο κατάλληλο παιδαγωγικό πλαίσιο. Επιπλέον, τα θετικά αποτελέσματα που καταγράφηκαν είναι ικανά να αποτελέσουν εφαλτήριο για περαιτέρω διερεύνηση της αποτελεσματικότητάς τους. Συμπερασματικά η ανίχνευση των εκπαιδευτικών αναγκών της συγκεκριμένης ομάδας-στόχου αποτέλεσε μια επίπονη, χρονοβόρο διαδικασία, υψηλού κόστους. Παρόλα αυτά, η ορθή αξιοποίηση των ευρημάτων της (με τη δημιουργία εκπαιδευτικού υλικού αξιοποιώντας κατάλληλα τις Τ.Π.Ε. και την εφαρμογή του σε ικανοποιητικό δείγμα προβατοτρόφων) επέφερε άμεσα, θετικά μαθησιακά αποτελέσματα βελτιώνοντας το γνωστικό επίπεδο των παραγωγών. Ωστόσο, εφόσον συνυπολογιστούν και τα έμμεσα ή μακροπρόθεσμα οφέλη της εκπαίδευσης που θα προκύψουν από τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της οικονομικής αποτελεσματικότητας των εκμεταλλεύσεων, τα συνολικά οφέλη από την ανωτέρω διαδικασία, επιμεριζόμενα σε διάφορα επίπεδα (παραγωγού, συνεταιρισμών, Πολιτείας), είναι κατά πολύ μεγαλύτερα. el
dc.description.abstract In Greece, sheep farming (SF) constitutes a major branch of the primary production sector with significant contribution to the country’s economy, especially for the less privileged regions. Due to the uniqueness and quality of its products, SF shows considerable dynamics, even under the tough antagonism and the restriction conditions imposed by the European Union. As a result, SF attracts more and more young people who, faced with economic crisis, seek out alternative entrepreneurships. As other production sectors, modern SF aims at maximizing economic efficiency by best exploiting all the available knowledge, information and technology. Despite its major importance, SF seems, however, to be characterized by a serious lack of recent knowledge and technology. Thus the training needs of people involved in this major production activity appear nowadays more urgent than ever before. The current study has been motivated from the previous conclusion. The aims of the present study were to: a) evaluate the training needs of sheep farmers in one of the least privileged regions of Greece (Epirus), b) develop instructional material based on farmers’ instructional needs and c) compare the learning effectiveness of two instructional strategies both based on Information and Communication Technologies (ICTs) in a typical class learning environment. The first strategy was based on the most widely training tool used i.e. the «classic» digital multimedia presentation (MP) approach, while the second one employed a modern strategy approach known as the concept maps (CM). CMs are based on procedures representing and visualizing concepts and their (inter)relations, having the form of a diagram where concepts are presented clearly and succinctly. The current study is structured by two parts. In the first part, data were collected, through personal interviews from 65 sheep farmers located on Epirus region during May 2009 to October 2010. These sheep farmers had prior experience(s) of collaboration with geotechnicians and most of them are or were involved in animal recording programs in the region of interest. Data recorded here regarded previous types of acquired information, attendance of instructional programs, as well as attitude with regard to qualitative characteristics that future instructional programs should comprise (eg. content, organization, participation, frequency of attendance, structure etc). Familiarity level as well as potential use of ICTs with emphasis on computers in sheep production and the level of knowledge in various production subjects (genetics, reproduction, performance control, animal feeding, management, hygiene and husbandry issues) have also been recorded. Analysis of the data of the first part included description statistics and chi-squared tests. Results showed that sheep farmers mainly prefer to be informed on professional issues by unofficial sources such as discussion(s) with other farmers, TV programs and agricultural press followed by agricultural co-operatives and instructional programs. Despite the generally low level of participation in instructional programs, sheep farmers who had previously attended relevant programs highly appreciated the instructors’ interest as well as the organizational level of the instructional programs. Furthermore, they seem to have successfully applied some of the newly acquired practices/knowledge in the practice while showing interest in participating future instructional programs, especially when these are provided for free. Among various instructional subjects, sheep farmers rated animal breeding, animal nutrition and health, reproduction and information on sheep breeds of highest interest for future instructional programs. Finally, further analysis of the questionnaires showed a lack of knowledge and malpractices, in a lesser or/and greater degree, in almost all subjects examined. Despite farmers’ positive attitude towards the use of technologies in farm management, familiarity with the use of computers and ICTs was, in general, insufficient. During the first phase of the second part of the study, an instructional material entitled: “Selection of replacement animals in sheep farms” was developed. This material was developed following a detailed analysis of the perceived as well as the latent instructional needs of the sheep farmers participating in the first part of the study. Then, two instructional strategies were employed; one based on a typical Powerpoint Presentation (MP) and the other exploiting Conceptual Maps (CMs). Both instructional ways contained the same quantity and quality of (non)multimedia objects (text, images, videos, web site links). Instructional interventions using the two instructional tools on a total number of n=187 students, making up a total of 15 classes, in 9 different cities and communities of West Greece during October 2012 to July 2013, followed. Evaluation of the trainees’ knowledge was assessed using the SOLO (Structure of Observed Learning Outcomes) taxonomy. Prior and posterior to each intervention, trainees were asked to answer five questions pertaining to the instructional subject. Answers comprised multiple-choice as well as open-ended type questions of graded difficulty. Each answer was classified into one of the following five hierarchical cognitive levels: 1) prestructural, 2) unistructural, 3) multistructural, 4) relational and 5) extended abstract. The learning efficiency of the two instructional strategies defined as the scoring difference in total (TD) and per question (D1,…,D5) was then statistically analyzed using a stepwise multiple linear regression analysis (SMLR). Here the scoring difference(s) (individual and total) were used as the dependent variable(s) and various variables (trainee groups, education level, instructional strategy etc), were treated as the independent factors. Results of SMLR analysis showed that the two instructional strategies (MP and CM) displayed equal effectiveness both at total and individual (per question) level. Furthermore, statistically significant differences in TD were observed between: a) students of the Dairy School when contrasted to new and purebred farmers and 2) university vs. the primary school graduates. This finding supports the conclusion that previous participation of farmers to training programs enhances their training acceptability and familiarity and increases learning efficiency. Based on the present results, it was concluded that CMs could be used as an alternative instructional strategy when designing training programs for sheep farmers. More research is warranted with regard to the learning efficiency of MPs in this target group as well as in other groups of the primary sector. In conclusion, tracing the instructional needs of sheep farmers has proved to be a laborious, time consuming and costly procedure. Proper analysis of farmers’ training needs, development of instructional material using ICTs and knowledge dissemination to numerous sheep farmer groups enhanced overall level of knowledge. Taking into account the indirect and/or the long-term benefits of training, reflected in terms of improved productivity and financial effectiveness of the sheep farms, the overall advantages of the training programs are far more significant for various groups (farmers, co-operatives) and the society in general. en
dc.language.iso el el
dc.subject Εκπαίδευση ενηλίκων el
dc.subject Εκπαιδευτικές ανάγκες el
dc.subject Διδακτική στρατηγική el
dc.subject Πολυμεσική παρουσίαση el
dc.subject Εννοιολογικός χάρτης el
dc.subject Ταξινομία SOLO el
dc.title Αξιολόγηση εκπαιδευτικών αναγκών και δημιουργία πρότυπου εκπαιδευτικού υλικού για κτηνοτρόφους. Περιπτωσιακή μελέτη: προβατοτρόφοι της Ηπείρου el
dc.type Διδακτορική εργασία el
dc.contributor.department ΓΠΑ Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών el
dc.embargo.terms 2017-07-17


Files in this item

This item appears in the following Collection(s)

Show simple item record

Search DSpace


Advanced Search

Browse

My Account