Η διερεύνηση και αξιολόγηση των διατροφικών προτύπων αποτελεί πλέον το επίκεντρο της επιδημιολογίας της διατροφής. Τα τελευταία χρόνια, τα διατροφικά πρότυπα έχουν συσχετιστεί με πολλαπλούς δείκτες υγείας και νοσήματα και κυρίως με τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Συγκεκριμένα, τα διατροφικά πρότυπα που προκύπτουν από την εκ των υστέρων (a posteriori) μέθοδο έχουν συσχετιστεί τόσο θετικά όσο και αρνητικά με τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Η αξιολόγηση της σχέσης των διατροφικών προτύπων με τα καρδιαγγειακά νοσήματα στον ελληνικό πληθυσμό παραμένει ασαφής. Σκοπός: Η διερεύνηση των υποκείμενων διατροφικών προτύπων σε ένα εθνικά αντιπροσωπευτικό δείγμα ενηλίκων στην Ελλάδα και η αξιολόγηση της σχέσης τους με δημογραφικά χαρακτηριστικά, παράγοντες τρόπου ζωής, καρδιαγγειακά νοσήματα και παράγοντες κινδύνου. Μεθοδολογία: Η έρευνα στην οποία βασίστηκε η ανάλυση είναι η Πανελλαδική Μελέτη Διατροφής και Υγείας (ΠΑ.ΜΕ.Δ.Υ.), μία συγχρονική μελέτη με εθνικά αντιπροσωπευτικό δείγμα ανεξαρτήτου φύλου και ηλικιακής ομάδας. Στην ανάλυση συμπεριλήφθησαν μόνο οι ενήλικοι (≥20 ετών) συμμετέχοντες της μελέτης (N=3,552, 41.2% άνδρες; 43.7 ετών, SD: 18.1). Για την ανίχνευση και τον προσδιορισμό των διατροφικών προτύπων εφαρμόστηκε η ανάλυση κυρίων συνιστωσών (Principal Component Analysis, PCA), χρησιμοποιώντας διατροφικά δεδομένα που είχαν συλλεχθεί μέσω 24ώρης ανάκλησης. Ο χαρακτηρισμός των διατροφικών προτύπων βάσει δημογραφικών χαρακτηριστικών και τρόπου ζωής των συμμετεχόντων πραγματοποιήθηκε με ανάλυση διακύμανσης (Analysis of Variance, ANOVA) και τον έλεγχο ανεξαρτησίας χ2. Η παρουσία καρδιαγγειακών νοσημάτων και παραγόντων κινδύνου, όπως η δυσλιπιδαιμία (υψηλά επίπεδα χοληστερόλης ή/και τριγλυκεριδίων) και η υπέρταση, δηλώθηκε από τους ίδιους τους συμμετέχοντες, ενώ η κατηγοριοποίηση έγινε βάσει της Διεθνούς Στατιστικής Ταξινόμησης Νόσων και Συναφών Προβλημάτων Υγείας (Δέκατη Αναθεώρηση) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Ο λόγος σχετικών πιθανοτήτων (odds ratio) για τα καρδιαγγειακά νοσήματα ανά διατροφικό πρότυπο υπολογιστήκε με τη μέθοδο της πολλαπλής λογιστικής παλινδρόμησης (multivariable logistic regression analysis). Αποτελέσματα: Τρία κύρια διατροφικά πρότυπα ανιχνεύθηκαν στον πληθυσμό της μελέτης, τα οποία εξηγούσαν τo 16.5% της διακύμανσης: ένα Παραδοσιακό, ένα Δυτικού τύπου και ένα Συνετό πρότυπο. Το Παραδοσιακό πρότυπο είχε σημαντική θετική συσχέτιση με το ελαιόλαδο, τα μη αμυλούχα λαχανικά και το τυρί. Το Δυτικού τύπου πρότυπο είχε σημαντική θετική συσχέτιση με τα κατεργασμένα δημητριακά, το επεξεργασμένο κρέας και τα ζωικά λίπη. Το Συνετό διατροφικό πρότυπο είχε σημαντική θετική συσχέτιση με τα φρούτα, τα δημητριακά ολικής άλεσης και το γιαούρτι και σημαντική αρνητική συσχέτιση με τρόφιμα τύπου fast-food. Ένα τέταρτο πρότυπο, που ονομάστηκε Βασισμένο σε Σνακ διατροφικό πρότυπο, ανιχνεύθηκε μόνο στις γυναίκες και είχε σημαντική θετική συσχέτιση με τα γλυκά, τα αλμυρά σνακ και τους ξηρούς καρπούς. Τα διατροφικά πρότυπα συσχετίστηκαν με κοινωνικο-οικονομικά χαρακτηριστικά, όπως το επίπεδο εκπαίδευσης, καθώς και με παράγοντες τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα. Η υψηλή προσκόλληση στο Συνετό πρότυπο συσχετίστηκε θετικά με την πρόσληψη πρωτεΐνης και ακόρεστου λίπους και αρνητικά με την πρόσληψη ενέργειας και κορεσμένου λίπους (P≤0.05 για όλα). Αντιθέτως, τα άλλα δύο πρότυπα είχαν θετική συσχέτιση με την πρόσληψη ενέργειας, ολικού και κορεσμένου λίπους. Το Παραδοσιακό πρότυπο συσχετίστηκε επιπλέον με υψηλότερη πρόσληψη μονοακόρεστου λίπους, ενώ το Δυτικού τύπου πρότυπο με υψηλότερη πρόσληψη αλκοόλ (P≤0.001 για όλα). Η προσαρμοσμένη για φύλο και ηλικία λογιστικής παλινδρόμηση, έδειξε αρνητική συσχέτιση μεταξύ του Παραδοσιακού προτύπου και της πιθανότητας παρουσίας καρδιαγγειακών νοσημάτων (OR: 0.53; 95% CI: 0.31-0.92) και θετική συσχέτιση μεταξύ του Δυτικού τύπου προτύπου και της πιθανότητας παρουσίας δυσλιπιδαιμίας (1.49; 1.08-2.05. Το Συνετό πρότυπο διατροφής δεν συσχετίστηκε σημαντικά με την πιθανότητα παρουσίας καμίας από τις υπό μελέτη εκβάσεις. Συμπεράσματα: Δεδομένα από την πρώτη εθνικά αντιπροσωπευτική μελέτη στην Ελλάδα, έδειξαν σημαντικές συσχετίσεις μεταξύ των διατροφικών προτύπων και της παρουσίας καρδιαγγειακών νοσημάτων στον ενήλικο πληθυσμό της χώρας. Τα αποτελέσματα αυτά είναι ιδιαίτερης σημασίας για την κατανόηση των διατροφικών συνηθειών στην Ελλάδα και τον σχεδιασμό στοχευμένων πολιτικών δημόσιας υγείας για την προαγωγή της υγιούς διατροφικής συμπεριφοράς.
Dietary pattern assessment is now the focus of nutritional epidemiology. Dietary patterns have been related to multiple health outcomes, during the past decades, mainly CVD. Empirically-derived dietary patterns have been shown to have both positive and adverse associations with cardiovascular disease (CVD). Yet, the association of distinct dietary patterns with CVD remains unclear in the Greek population. Aims: To identify the underlying dietary patterns in a representative sample of adults in Greece, and investigate the associations between empirically-derived dietary patterns and (a) demographic characteristics and lifestyle factors, and (b) cardiovascular disease and risk factors. Methods: This was a cross-sectional study. Adult participants (≥20 years old) of the Hellenic National Nutrition and Health Survey (HNNHS) were included (N=3,552; 41.2% men; 43.7 years, SD: 18.1). Dietary patterns were derived by principal component analysis using 24-hour recall data. Analysis of variance and chi-square test were used to determine the demographic and lifestyle characteristics of the patterns. The presence of CVD and CVD-related medical conditions, including dyslipidemia (i.e., elevated cholesterol and/or triglycerides) and hypertension, was self-reported and defined according to the International Clinical Diagnosis (ICD)-10 codes. Odds ratios of CVD outcomes were estimated across dietary patterns using multivariable logistic regression analysis. Results: Three dietary patterns were identified explaining 16.5% of variance; a Traditional pattern, loading positively on olive oil, non-starchy vegetables, and cheese; a Western pattern, loading positively on refined grains, processed meats, and animal fats; and a Prudent pattern, loading positively on fruit, whole grains, and yoghurt, and negatively on fast-food. A fourth, Snack-type pattern, loading positively on sweets, salty snacks and nuts, was identified in women. Primary crude results revealed an association between dietary patterns and socioeconomic status. In multivariate analysis, highest adherence to the Prudent pattern was associated with higher protein and unsaturated fat intake, and lower energy and saturated fat intake (all P≤0.05); the Western and Traditional patterns were associated with higher energy, and total and saturated fat intake; the Traditional pattern was additionally associated with higher monounsaturated fatty acids intake, whereas the Western pattern with higher alcohol intake (all P≤0.001). Logistic regression analysis, adjusted for age and sex, showed an inverse association between the Traditional dietary pattern and total CVD (OR: 0.53; 95% CI: 0.31-0.92), and a positive association between the Western pattern and dyslipidemia (1.49; 1.08-2.05); further adjustments did not change these associations (0.53; 0.29-0.97 and 1.52; 1.02-2.26). The Prudent pattern was not significantly associated with total CVD outcome nor with dyslipidemia. Conclusions: There are significant associations between empirically-derived dietary patterns and CVD prevalence among the Greek adult population. These findings are valuable for understanding the dietary behaviors of adults in Greece and enabling more focused public health policies for the promotion of healthier food behaviors.