Αντικείμενο της παρούσης εργασίας είναι η μελέτη 26 γηγενών οινοποιήσιμων ποικιλιών αμπέλου, που βρίσκονται εγκατεστημένες στις αμπελογραφικές συλλογές του Ινστιτούτου Αμπέλου Αθηνών στη Λυκόβρυση Αττικής και στο κτήμα Συγγρού (Κ.Σ) Αμαρουσίου. Συλλέχθηκαν από διάφορα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας στη δεκαετία του 1980 με χρηματοδότηση του FAΟ και αποτελούν μία πολύ μικρή ένδειξη του ποικιλιακού πλούτου που διαθέτει η χώρα μας.
Οι ποικιλίες που μελετήθηκαν είναι οι: Αγάλικο, Αγρίδα, Αλιπορά, Αλπίτσα, Ασπρομανδηλαριά, Αυγουστιάτικο, Βρανιζάδες, Δραγανίτης, Ελβετικό, Ζαχαροκοκκινούδα, Κατσαντώνης, Κοκκινέλι, Κολινδρινό, Καλόγριες, Κορίθι μαύρο, Κοτσελίνι μαύρο, Μαλαμέζια, Παργινό, Πετρίτσας, Ποταμίσσι, Πολιτάκι, Σβουρδούλι, Τιναχτάρι, Τραγάνι κόκκινο, Χλώρη, Χρυσαϊτικο μαύρο.
Η μελέτη των ποικιλιών πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο της αμπελογραφικής περιγραφής σύμφωνα με τον Κώδικα Αμπελογραφικής Περιγραφής (Κ.Α.Π.) του OIV (OIV 2009). Εξετάστηκαν 117 αμπελογραφικά χαρακτηριστικά τα οποία αναφέρονται στην κορυφή νεαρής βλάστησης, νεαρών φύλλων, ποώδους βλαστού, ανεπτυγμένου φύλλου, ελίκων, άνθους, σταφυλής, ράγας, κληματίδας, χαρακτηριστικά γλεύκους, φαινολογικά στάδια και αμπελομετρία φύλλου. Οι παρατηρήσεις ελήφθησαν στο προβλεπόμενο από τον ΚΑΠ βλαστικό στάδιο.
Για τη στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων της αμπελογραφικής περιγραφής χρησιμοποιήθηκαν οι συντελεστές ανομοιότητας (συσχέτισης ή απόστασης) Manhattan, EuclidSQ βάσει των οποίων προσδιορίσθηκε ο βαθμός φαινοτυπικής διακύμανσης και σχηματίστηκαν τα αντίστοιχα δενδρογράμμματα και ο βαθμός συγγένειας μεταξύ των υπό μελέτη ποικιλιών. Επιπλέον, για τη συσχέτιση των αμπελογραφικών χaρακτηριστικών και την αξιολόγηση όσων συνέβαλαν στο διαχωρισμό των ποικιλιών σε διαφορετικές ομάδες σύμφωνα με τα μορφολογικά τους γνωρίσματα, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της Ανάλυσης Κύριων Συνιστωσών (Principle Component Analysis – PCA).
Από τα αποτελέσματα συμπεραίνεται ότι: α) Οι ποικιλίες που μελετήθηκαν αποτελούν ξεχωριστές ποικιλίες που, αν και καλλιεργούνται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας με διαφορετικά ονόματα (Αλπίτσα, Ζαχαροκοκκινούδα, Ασπρομανδηλαριά, Ποταμίσσι, Βρανιζάδες, Σβουρδούλι κ.ά.) και παρά τις επιμέρους διαφορές τους σε ορισμένα αμπελογραφικά χαρακτηριστικά, παρουσιάζουν υψηλό βαθμό συγγένειας προερχόμενες ενδεχομένως από κοινή γονεική είτε από το αρχικό γενετικό κέντρο δημιουργίας της καυκασιανής αμπέλου είτε από το δευτερογενές κέντρο της ευρύτερης περιοχής καλλιέργειάς τους β) Η φαινοτυπική διακύμανση των ομαδοποιημένων ποικιλιών Βρανιζάδες- Σβουρδούλι-Κατσαντώνης, Πετρίτσας-Αγρίδα-Κοκκινέλι, Αλπίτσα-Ζαχαροκοκκούδα-Καλόγριες, Αγάλικο-Αλιπορά, Πολιτάκι-Κορίθι μαύρο, Ασπρομανδηλαριά -Ποταμίσσι-Αυγουστιάτικο έδειξε ότι πρόκειται περί συγγενών ποικιλιών που πιθανά προέρχονται από μία γονεική ποικιλία, κάτι που ενισχύεται καθώς προέρχονται από κοντινές περιοχές καλλιέργειας. γ) Σαφή απόσταση από τις υπόλοιπες ποικιλίες παρατηρήθηκε στην ποικιλία Ελβετικό γεγονός που μπορεί να αποδοθεί στη μεγάλη απόσταση του κέντρου καλλιέργειάς της σε σχέση με τις υπόλοιπες ποικιλίες δ) Η επίδραση των τοπονυμίων σε ονοματοδοσίες ποικιλιών π.χ Παργινό ε) Ο μεγάλος αριθμός των αμπελογραφικών χαρακτηριστικών που μελετήθηκαν συνείσφερε θετικά στη διάκριση των ποικιλιών και την ομαδοποίηση των συγγενών στ) Οι αμπελογραφικοί χαρακτήρες που μετέχουν με το μεγαλύτερο ποσοστό στην παραλλακτικότητα των ποικιλιών σχετίζονται με το χνοασμό του νεαρού και ανεπτυγμένου φύλλου.
Τέλος, τεκμηριώνεται ο αναντικατάστατος και αποτελεσματικός ρόλος της αμπελογραφικής περιγραφής στην ταυτοποίηση και διάκριση των καλλιεργούμενων ποικιλιών αμπέλου, ιδιαιτέρως όταν για κάθε ποικιλία μελετάται ένας μεγάλος αριθμός χαρακτηριστικών και οι παρατηρήσεις λαμβάνονται για τουλάχιστον τρία έτη.
Abstract
The present thesis investigate 26 indigenous wine grapevine cultivars, which are located in the ampelographic collections of Vine Institute of Athens at Lykovryssi and the Syngrou estate of Maroussi. They collected from different geographic regions of the country in the 1980s with funding from FAO and are a very small indication of varietal wealth that our country.
The varieties studied were: Agaliko, Agrida, Alipora, Alpitsa, Aspromandilaria, Avgoustiatiko, Vranizades, Draganitis, Elvetiko, Zacharokokkinouda, Katsadonis, Kokkineli, Kolindrino, Kalogries, Korithi mavro, Kotselini mavro, Malamezia, Pargino, Petritsas, Potamissi, Politaki , Svourdouli, Tinachtari, Tragani kokkino, Chlori, Chrysaitiko mavro.
The Ampelographic description based on 117 ampelographic characters of OIV Descriptor List (OIV 2009) that refer to characteristics of young shoot, shoot, leaf, inflorescence, bunch, berry, woody shoot, must, phenological stages and ampelometric. Observations were taken at the specified by the Descriptor List vegetative stage.
For the statistical analysis of the results of ampelographic description, the dissimilarity coefficients (distance) Manhattan, EuclidSQ where used in order to determine the degree of phenotypic fluctuation and generating the corresponding dendrograms and the degree of relatedness between the varieties. Moreover, of relating characters and evaluation of what contributed to the separation of the varieties into different groups the method of Principal Component Analysis was used.
The analysis of the data revealed the followings: a) The biotypes that have been under research are different varieties. Despite their large dispersion in different viticultural regions of Greece with different names (Alpitsa, Zacharokokkinouda, Aspromandilaria, Potamissi, Vranizades, Svourdouli etc.), and despite their individual differences in ampelographic characters, are closely related, devired from one parent variety through the accumulation of mutations. Probably have common center of origin b) Phenotypic fluctuation of varieties grouped Vranizades- Svourdouli-Katsandonis, Petritsas-Agrida-kokkineli, Alpitsa-Zacharokokkinouda-Kalogries, Agaliko-Alipora, Politaki-Korithi mavro, Aspromandilaria -Potamissi-Avgoustiatiko showed that are probably closely related varieties derived from one parent variety, which is reinforced as from nearby cultivating areas c) Clear distance from the remaining varieties was observed from the variety Elvetiko which can be attributed to the effect of the soil and climatic conditions and the distance from the cyltivating area from the other varieties d) The effect of the localities in naming varieties e.g. Pargino e) The large number of ampelographic characters contributed positively to distinguish and grouping varieties f) The ampelographic characters which participating with the largest percentage in the variation associated with the hairs on young and mature leaf.
Finally, this study show that the ampelographic description, when based on a large number of ampelographic characters is an irreplaceable and effective method for the identification and discrimination of cultivated varieties.