Είναι ευρέως γνωστό ότι η κατανάλωση εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου στα πλαίσια μιας ισορροπημένης και υγειούς διατροφής μπορεί να δράσει προστατευτικά έναντι πολλών χρόνιων και εκφυλιστικών ασθενειών. Οι ιδιότητες αυτές οφείλονται κατά κύριο λόγο στα βιοδραστικά συστατικά του ελαιολάδου, όπως οι βιοφαινόλες, τοκοφερόλες και σκουαλένιο. Αν και η χημική σύσταση του ελαιολάδου επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες, η ποικιλία της ελιάς προσδίδει μοναδικά χαρακτηριστικά σε κάθε ελαιόλαδο. Ως εκ τούτου, ο κύριος σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν ο προσδιορισμός της περιεκτικότητας των προαναφερθέντων βιοδραστικών συστατικών σε μονοποικιλιακά εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα που παράγονται και συσκευάζονται στην Ελλάδα, λαμβάνοντας υπόψη τον περιορισμένο αριθμό δημοσιευμένων μελετών που αφορούν κυρίως ισπανικά και ιταλικά ελαιόλαδα.
Για τον σκοπό αυτό, δεκατέσσερα μονοποικιλιακά εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα (ΜΕΠΕ) προμηθεύτηκαν από την τοπική αγορά της Αθήνας και διαδικτυακών καταστημάτων. Τα περισσότερα δείγματα ελαιολάδου προέρχονταν από την ποικιλία Κορωνέικη (3 από την Καλαμάτα και 2 από την Κρήτη), ενώ τα υπόλοιπα ήταν από τις ποικιλίες Κολοβή (3 δείγματα από τη Λέσβο), Αθηνολιά (2 δείγματα από τη Λακωνία), Μεγαρίτικη (1 δείγμα από την Κορινθία) και Μανάκι (2 δείγματα από την Αργολίδα και 1 από την Κορινθία). Για τον προσδιορισμό του σκουαλενίου, πραγματοποιήθηκε αρχικά απομόνωση με εκχύλιση στερεάς φάσης (Solid Phase Extraction) και στη συνέχεια υγροχρωματογραφικός προσδιορισμός με HPLC-DAD. Οι τοκοφερόλες προσδιορίστηκαν με υγρή χρωματογραφία κανονικής φάσης και φθορισμομετρικό ανιχνευτή (μέθοδος ISO), ενώ οι βιοφαινόλες προσδιορίστηκαν σύμφωνα με την μέθοδο του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου (IOOC) με χρήση στήλης τύπου core-shell προς επιτάχυνση της διαδικασίας. Παράλληλα, προσδιορίστηκε η αντιοξειδωτική ικανότητα των ελαιολάδων με την μέθοδο DPPH.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η περιεκτικότητα σκουαλενίου κυμάνθηκε από 2,496 έως 5,836 mg/kg, με την «Κορωνέικη» Καλαμάτας να σημειώνει την μεγαλύτερη τιμή ενώ η «Κολοβή» Λέσβου τη μικρότερη. Τα επίπεδα των τοκοφερολών κυμάνθηκαν μεταξύ 208 έως 516 mg/kg, με την «Μεγαρίτικη» να σημειώνει την μεγαλύτερη τιμή και το «Μανάκι» Αργολίδας την μικρότερη. Το περιεχόμενο σε ολικές βιοφαινόλες κυμάνθηκε μεταξύ 108 έως 230 mg/kg με την «Κορωνέικη» Κρήτης να σημειώνει τη μεγαλύτερη τιμή και την «Μεγαρίτικη» Κορινθίας την μικρότερη. Ανάλογα αποτελέσματα βρέθηκαν και στον προσδιορισμό της αντιοξειδωτικής ικανότητας των ελαιολάδων. Τέλος, η επίδραση της ποικιλίας ελιάς βρέθηκε να επηρεάζει σημαντικά το περιεχόμενο του σκουαλενίου, των βιοφαινολών και της αντιοξειδωτικής ικανότητας (DPPH). Αντιθέτως, η ποικιλία της ελιάς δεν φαίνεται να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στα τελικά επίπεδα τοκοφερολών στο ελαιόλαδο.
It is well known that the consumption of extra virgin olive oil in the context of a balanced and healthy diet can protect against many chronic and degenerative diseases. These properties are mainly due to the bioactive components of olive oil, such as biophenols, tocopherols and squalene. Although the chemical composition of olive oil is influenced by various factors, the olive variety gives unique characteristics to each oil. Therefore, the main purpose of this study was to determine the content of the aforementioned bioactive ingredients in monovarietal extra virgin olive oils produced and packaged in Greece, taking into account the limited number of published studies concerning mainly Spanish and Italian olive oils.
For this purpose, fourteen monovarietal extra virgin olive oils were purchased from the local market and online stores. Most samples of olive oil were derived from the variety Koroneiki (3 samples from Kalamata and 2 from Crete), while the rest were from the variety Kolovi (3 samples from Lesvos), Athinolia (2 samples from Laconia), Megaritiki (1 sample from Corinthia) and Manaki (2 samples from Argolida and 1 from Corinthia). Squalene was initially isolated using Solid Phase Extraction (SPE) and determined by liquid chromatography (HPLC-DAD). Tocopherols were determined by normal phase liquid chromatography with fluorescence detection (ISO method), while biophenols were determined according to the International Olive Oil (IOOC) method using a core-shell column to accelerate the process. At the same time, the antioxidant capacity of the oils was determined by the DPPH method.
According to the results, the squalene content ranged from 2,496 to 5,836 mg/kg, with the samples of Koroneiki (Kalamata) exhibiting the highest value, whereas the samples of Kolovi variety (Lesvos) the smallest one. Tocopherol levels ranged from 208 to 516 mg/kg, with the samples of Megaritiki (Korinthia) having the highest content and the samples of Manaki (Argolida) the smallest. The content of biophenols ranged from 108 to 230 mg/kg, with the samples of Koroneiki (Crete) accounting for the highest value and the samples of Megaritiki the smallest. Similar results were found for the antioxidant capacity of the oils which correlated linearly with biophenol content. Finally, olive variety was found to significantly affect the content of squalene, biophenols and antioxidant capacity (DPPH). On the contrary, the variety of olive does not seem to be a determining factor in the final levels of tocopherols in olive oil.