Δεδομένου ότι η γεωργική ανάπτυξη είναι ο κύριος άξονας προόδου σε πολλές περιοχές της χώρας μας και προϋποθέτει σύγχρονα και αποδοτικά εγγειοβελτιωτικά έργα που να εξασφαλίζουν την ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων, όπως η μείωση των απωλειών κατά την αποθήκευση, μεταφορά και εφαρμογή του νερού που αποτελούν σημαντικά στοιχεία αντιμετώπισης της ολοένα αυξανόμενης ζήτησής του. Η ύπαρξη βλάστησης μέσα στα αρδευτικά συστήματα παρεμποδίζει την ομαλή ροή του νερού μέσα στα κανάλια μεταφοράς ή αποθήκευσης και υποβαθμίζει την ποιότητά του. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό οι διώρυγες άρδευσης και στράγγισης να διατηρούνται καθαρές και αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τρεις τρόπους: μηχανικά, χημικά και βιολογικά. Ο μηχανικός και ο χημικός έλεγχος έχουν μεγάλο κόστος και ο δεύτερος εγκυμονεί κινδύνους για την υγεία του οικοσυστήματος, επομένως, προτιμώνται βιολογικές μέθοδοι. Στην παρούσα εργασία γίνεται αξιολόγηση της χρησιμοποίησης ειδών ιχθύων ως βιολογικά μέσα απομάκρυνσης της βλάστησης από τα αρδευτικά και περισσότερο από τα στραγγιστικά δίκτυα. Το ψάρι που χρησιμοποιείται αποτελεσματικά σε όλο τον κόσμο είναι ο χορτοφάγος κυπρίνος (Ctenopharyngodon idella). Τα νεαρά άτομα καταναλώνουν μαλακές φυτικές και ζωικές τροφές λόγω των αδύναμων φαρυγγικών δοντιών τους ενώ τα ενήλικα είναι επιλεκτικά, δείχνοντας προτίμηση στα μαλακά υδρόβια φυτά και ιδιαιτέρως στο Hydrilla verticillata. Παράγοντες όπως η ηλικία και το μέγεθος των ψαριών, η θερμοκρασία του νερού, η σύνθεση και η διαθεσιμότητα των φυτών και η πυκνότητα φόρτωσης των ψαριών μπορεί να επηρεάσουν τις στρατηγικές διατροφής του χορτοφάγου κυπρίνου. Το κατά πόσο ή όχι επηρεάζεται η ποιότητα του νερού από την εισαγωγή του ψαριού αυτού έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον, διότι η κατανάλωση των φυτών προκαλεί ένα δύσπεπτο μέρος στο έντερο των ψαριών, το οποίο θεωρητικά, πυροδοτεί την εμφάνιση ευτροφισμού, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν έχει επιβεβαιωθεί σε πραγματικές συνθήκες. Για να είναι αποτελεσματικός ο έλεγχος είναι απαραίτητη η ταυτοποίηση της βλάστησης, η σωστή εκτίμηση της πυκνότητας φόρτωσης και η προτίμηση γενετικά τροποποιημένων, τριπλοειδών χορτοφάγων κυπρίνων ώστε να εξασφαλιστεί η στειρότητα.
As agricultural development is the mainstay of progress in many regions of our country, it requires more modern and efficient land reclamation projects to ensure the rational management of water resources, such as reducing water storage, transport and water losses to address its ever-increasing demand. The existence of vegetation in the irrigation systems prevents the smooth flow of water into transport or storage channels and degrades its quality. Therefore, it is important that irrigation and drainage canals are kept clean and this can be achieved in three ways: mechanically, chemically and biologically. Mechanical and chemical control is costly and the second one is risky to the health of the ecosystem, therefore biological methods are preferred. In the present study the use of fish species as biological agents is evaluated for the removal of the vegetation from irrigation and drainage channels. The fish that is mostly used effectively all over the world is the Grass carp (Ctenopharyngodon idella). The species’ juveniles consume soft plant and animal food due to their pharyngeal teeth whereas adults are selective, showing strong preference for soft aquatic plants and especially for Hydrilla verticillata. Factors such as fish age and size, water temperature, composition and availability of plants and fish stocking density may affect grass carp’s feeding strategies. Whether or not the quality of the water is affected by the introduction of grass carp has stimulated interest, because the consumption of plants causes an indigestible part in their gut, which theoretically may favour eutrophication, but this has not been confirmed in real conditions. In order for the control to be effective it is necessary to identify the vegetation, to correctly estimate the stocking density and to use triploid fish to ensure sterility.