Το λούπινο των Άνδεων (Lupinus mutabilis) ανήκει στην οικογένεια Fabaceae και χρησιμοποιείται ως χλωρά λίπανση, τρόφιμο για τον άνθρωπο και τα ζώα αλλά και με χρήσεις στη βιομηχανία φαρμάκων και καλλυντικών. Παγκοσμίως καλλιεργούνται κυρίως τέσσερα είδη λούπινου, το L. mutabilis, L. luteus, L. angustifolius και το L. albus. Το ενδιαφέρον για την καλλιέργειά του έχει αναπτερωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς του σε πρωτεΐνη (41%-51%) και των λιπαρών ουσιών των σπόρων του. Βέβαια περιέχει και αντιθρεπτικούς παράγοντες όπως τα αλκαλοειδή τα οποία προκαλούν μία μυκοτοξίνωση η οποία καλείται ως λουπίνωση. Οι βελτιωτικές προσπάθειες για τα λούπινα αφορούν κυρίως σε ποικιλίες με χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκαλοειδή, την ανθεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο και σε παγετό. Στην παρούσα ερευνητική μελέτη πραγματοποιήθηκαν δύο διαφορετικές φυτεύσεις, μία τον Νοέμβριο η οποία αποτελεί και την πρώιμη φύτευση και η άλλη το μήνα Φεβρουάριο ως όψιμη. Χρησιμοποιήθηκαν 10 διαφορετικές καταχωρήσεις, ανάμεσά τους εμπορικές ποικιλίες, αλλά και πληθυσμοί και επιλογές από πληθυσμούς σε ένα σχέδιο τυχαιοποιημένων πλήρων ομάδων και μετρήθηκαν αγρονομικά χαρακτηριστικά τους από την έναρξη της βλάστησής τους έως και την συγκομιδή τους. Για την στατιστική ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα Statgraphics Centurion XVI. Από τα αποτελέσματα παρατηρήθηκε πως η ποικιλία cv. Multitalia, LIB200 και LIB209 είχαν περισσότερους λοβούς και κατά συνέπεια έδωσαν περισσότερους σπόρους σε σχέση με το μέσο όρο. Στη πειραματική διαδικασία φάνηκε ότι η πρωιμότητα είναι ένας παράγοντας για περαιτέρω εμβάθυνση διότι τα φυτά της πρώιμης φύτευσης είχαν μεγαλύτερο βάρος και ύψος σε σχέση με τα υπόλοιπα.
Andean lupin (Lupinus mutabilis) belongs to the Fabaceae family and it is used as γρeen manure, food for animals and humans, while also as a raw material for farmaceutical and cosmetics industry. Globaly four types of lupin are croped: L. mutabilis, L. luteus, L. angustifolius and L. albus. Interest in its cultivation has been renewd especially in recent years due to its high content of protein (41% -51%) and oil in its seeds. The improvement efforts for lupin mainly concern the varieties with low content of alkaloids, the resistance to calcium carbonate and to frost. In the present research study, two different plantings were carried out, one in November which is the early planting and the other in February as late. Ten different varieties were used, among them commercial varieties, populations and selections from populations in a randomized complete γρoup design and their aγρonomic characteristics were measured from the beginning of their vegetation until their harvest. Statγρaphics Centurion XVI was used for statistical analysis of the data. From the results it was observed that the variety cv. Multitalia LIB200 and LIB209 had more pods and therefore yielded more seeds than average. It was shown in the experimental process that early planting is a factor for further deepening because the plants of early planting had more weight and height than the rest.