Η συλλογική δράση σε τοπικό επίπεδο, και η δυνατότητά της να δημιουργήσει συνεργασίες εκτός τοπικού επιπέδου, δίνει το παράδειγμα ως ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά πρακτικής αγροτικής ανάπτυξης. Η συλλογική δράση ωθεί μικρούς επιχειρηματίες να χρησιμοποιήσουν τις κοινωνικές σχέσεις, ώστε να βελτιώσουν το οικονομικό τους υπόβαθρο και να έχουν πρόσβαση σε νέες ευκαιρίες για γνώση και πληροφορία. Η πρόσβαση σε πόρους, η οποία δεν μπορεί να αποκτηθεί σε ατομικό επίπεδο, διευκολύνεται από τη συλλογική δράση με αποτέλεσμα να προωθείται η αγροτική αναγέννηση και διαφοροποίηση, αλλά και η δημιουργία στενότερων σχέσεων μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης σε τοπικό επίπεδο. Η παρούσα μελέτη εστιάζει στην ανάλυση των κινήτρων, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα την συγκρότηση ενός σχήματος συλλογικής δράσης, γνωστό υπό το όνομα «Tinos Food Paths». Το προαναφερθέν σχήμα εδρεύει στο νησί της Τήνου, το τρίτο σε μέγεθος νησί των Βόρειων Κυκλάδων, νησιωτικό σύμπλεγμα του Αιγαίου Πελάγους στην Ελλάδα. Σκοπός αυτού του σχηματισμού συλλογικής δράσης είναι να αποκτηθούν τα κοινά αγαθά του τόπου, όπως είναι τα τοπικά τηνιακά προϊόντα σε συνδυασμό με τη γαστρονομία του νησιού. Για την επίτευξη παραγωγικών αποτελεσμάτων, η δράση «Tinos Food Paths» προσφέρει στους επισκέπτες μία σειρά από γαστρονομικές τουριστικές εμπειρίες, όπως ξεναγήσεις γαστρονομικού περιεχομένου και επισκέψεις σε καλλιεργητικές περιοχές, καθώς και συμπληρωματικές βιωματικές δράσεις, πολιτιστικού και καλλιτεχνικού χαρακτήρα.
Μέσω της προκείμενης μελέτης στόχος είναι να αναγνωριστούν τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των μελών της ομάδας που συμμετέχει σε αυτό το συλλογικό εγχείρημα, να γίνει κατανοητό το πως ακριβώς επιτυγχάνεται η απόκτηση ενός συλλογικού αγαθού, να προσκομιστούν πληροφορίες όσον αφορά το πως πραγματοποιείται η συλλογική δράση από μία μικρή ομάδα ατόμων και να ταυτοποιηθούν οι παράγοντες που συντελούν για αυτήν τη συνεργασία. Η παρούσα περιπτωσιολογική μελέτη βασίζεται κυρίως στις
7
συνεντεύξεις που διεξήχθησαν με τους άμεσα εμπλεκόμενους στη δράση, αλλά και σε δευτερογενή δεδομένα που συλλέχθηκαν μέσω της ενδελεχούς ανασκόπησης της βιβλιογραφίας. Το θεωρητικό υπόβαθρο διεξαγωγής της έρευνας στηρίζεται αρχικά στις θεωρητικές υποθέσεις τις οποίες ανέπτυξε η Ostrom στο πλαίσιο Διαχείρισης Κοινών Πόρων, κι έπειτα στη θεωρία U του Scharmer η οποία αποτελεί προσέγγιση μετατροπής του συστήματος. Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας παρέχουν απαντήσεις στα βασικά ερωτήματα του ερευνητή. Επιπλέον, συσχετίζοντας τα αποτελέσματα με τις θεωρητικές αρχές, γίνεται αντιληπτό το οργανωτικό μοντέλο της ομάδας της συλλογικής δράσης, αποκαλύπτονται επιπτώσεις προερχόμενες από τη συλλογική ενέργεια και υπογραμμίζονται σημαντικοί παράγοντες οι οποίοι οδηγούν σε επιτυχημένη συλλογική δράση σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.
Collective action at the local level, and its capacity to create alliances beyond the locality, exemplifies one of the key points of rural development practices. Collective action enables small entrepreneurs to utilize social relations, to improve their economic background, and access new opportunities for knowledge and information. Access to resources that could not be accessed by individuals alone, is facilitated by collective action so that rural regeneration, agricultural diversification, and creation of closer relationships between production and consumption at the local level can be promoted. The current study focuses on analyzing the motives and incentives that resulted, a few years ago, in organizing the collective action scheme that is known under the name “Tinos Food Paths.” The scheme is based in Tinos, the third in size island located on the northern side of the Cyclades, a Greek island complex of the Aegean Sea. The purpose of this collective action institution is to obtain common-pool goods of the area, such as its local, genuine products alongside with its gastronomy. To achieve productive outcomes regarding the common, “Tinos Food Paths” offer tourists an array of culinary tourism opportunities, such as food tours and farmland visits, as well as complementary experiences, including culture-related activities.
Through this study, it is aimed to identify the behavioral characteristics of the group members taking part in this collective endeavor, understand how exactly the common-pool goods are obtained, gain insights on how the group itself manages to cooperate, and identify key factors that facilitate this cooperation. This exploratory case study is based primarily on interviews with key informants as well as secondary data and an extensive literature review. The theoretical background for conducting the current study is based on the theoretical premises of Ostrom’s Common Resource Governance Framework and Scharmer’s Theory U approach to system transformation. The findings of the study provide us with answers on our main enquiries. Furthermore, it is anticipated that the findings and theoretical principles employed within this research, enlighten the readers
9
on the organizational model of the collective action group, reveal implications occurring by the collective action and conclude by outlining core factors that lead to successful collective action at the local, regional, and national level.